Χαρτογράφηση του ταξικού χάσματος στην υγεία των παιδιών

Ημερομηνία: 26-10-2025


Φόρτωση Text-to-Speech…

Πόσο διαφορετικά μεγαλώνουν τα παιδιά στην Ελλάδα σήμερα; Πόσο «αλλιώς» είναι η παιδική ηλικία, π.χ. στου Ρέντη και στο Χαλάνδρι, στο Περιστέρι και στους Θρακομακεδόνες, στην πρωτεύουσα και σε ένα μικρό χωριό της περιφέρειας; Παίζουν τα ίδια παιχνίδια, τρέφονται με τις ίδιες τροφές; Μεγάλη έρευνα με τίτλο «Τα παιδιά της Ελλάδας: το παρόν και μέλλον τους», που βρίσκεται σε εξέλιξη από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και τον καθηγητή Κοινωνιολογίας Νίκο Παναγιωτόπουλο, με τη στήριξη του «Μαζί για το Παιδί», χαρτογραφεί ακριβώς αυτό: τις κοινωνικές αποστάσεις μεταξύ των παιδιών της ελληνικής κοινωνίας και πώς αυτές επηρεάζουν, μεταξύ άλλων, την υγεία τους.

Στο πλαίσιο της έρευνας επελέγησαν παιδιά ηλικίας 4-12 χρόνων από τις τρεις μεγάλες κοινωνικές τάξεις –λαϊκές, μεσαίες και ανώτερες– από όλη τη χώρα που μελετήθηκαν με βάση το οικονομικό και πολιτισμικό κεφάλαιο της κάθε οικογένειας, το βιοτικό τους «ύφος», τις συνθήκες της διαβίωσης των παιδιών και τις σχολικές, διατροφικές, ενδυματολογικές, αθλητικές, υγειονομικές, πολιτισμικές, μορφωτικές, παιγνιώδεις πρακτικές και παραστάσεις τους. Σύμφωνα με την επεξεργασία των στοιχείων από τις πρώτες 80 οικογένειες, οι διαφορετικές και άνισες συνθήκες κοινωνικοποίησης των παιδιών επηρεάζουν καταλυτικά τη ζωή και την υγεία τους.

Ειδικότερα, όπως εξηγεί ο κ. Παναγιωτόπουλος, βρέθηκε ότι υπάρχουν τρεις βασικοί, κοινωνικά προσδιορισμένοι, τύποι σχέσεων με την υγεία και το σώμα. Στις πιο ενδεείς οικονομικά και πολιτιστικά οικογένειες –στις πιο ευάλωτες και αποκλεισμένες– η πρόσβαση των παιδιών στις υπηρεσίες υγείας γίνεται μόνον όταν υπάρχει ανάγκη, ενώ διατηρείται απόσταση από τις κυρίαρχες διατροφικές, υγειονομικές και ιατρικές νόρμες συμπεριφοράς. Στην άλλη πλευρά του κοινωνικού φάσματος, τα μέλη των ανώτερων τάξεων εντάσσουν την πρόληψη και άμεση προσφυγή στις υπηρεσίες υγείας στον πυρήνα του βιοτικού τους «ύφους». Μεταξύ αυτών τοποθετούνται οι μεσαίες τάξεις και τα πιο οικονομικά ασφαλή τμήματα των λαϊκών και μικροαστικών τάξεων, των οποίων οι οικογένειες αν και τείνουν να υιοθετούν τις στάσεις των ανώτερων τάξεων, δεν το κάνουν με συστηματικό και ομοιογενή τρόπο. «Φαίνεται», σχολιάζει ο κ. Παναγιωτόπουλος, «ότι εκτός από το οικονομικό κεφάλαιο, το πολιτιστικό και κοινωνικό κεφάλαιο μιας οικογένειας παίζει καθοριστικό ρόλο στην υιοθέτηση των διαφόρων συνηθειών».

Η παχυσαρκία

Σύμφωνα με την έρευνα, τα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων εμφανίζουν συχνότερα, σε σύγκριση με τα παιδιά άλλων τάξεων, αφρόντιστα οδοντικά και οφθαλμικά προβλήματα και είναι περισσότερο εκτεθειμένα σε ιατρικά προβλήματα που συνδέονται με την παχυσαρκία και τον στιγματισμό που αυτή προκαλεί. Οπως εξηγεί στην «Κ» η καθηγήτρια Παιδιατρικής – Παιδιατρικής Ενδοκρινολογίας ΕΚΠΑ Ευαγγελία Χαρμανδάρη, οι μη υγιεινές επιλογές διατροφής, η μη κατάλληλη διάρκεια και ποιότητα ύπνου, και η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας αποτελούν τα κύρια αίτια της κοινής παχυσαρκίας σε παιδιά και εφήβους. Στην Ελλάδα, τονίζει, ο επιπολασμός του υπέρβαρου και της παχυσαρκίας κυμαίνεται από 21% στην προσχολική ηλικία έως 41% στη σχολική και εφηβική ηλικία, και είναι σημαντικά υψηλότερος από το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών (15% και 25% αντιστοίχως).

χαρτογράφηση-του-ταξικού-χάσματος-στ-563875957

Τα παιδιά των οικογενειών που βρίσκονται σε μεγάλη εργασιακή επισφάλεια επίσης είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένα σε μαθησιακά προβλήματα και σε προβλήματα που συνδέονται με τον πλημμελή εμβολιασμό. Η οικονομική επισφάλεια συνοδεύεται από μορφές συναισθηματικής παραίτησης των γονέων και κυρίως των μητέρων, γεγονός που με τη σειρά του επηρεάζει αρνητικά την ευεξία των παιδιών. Οι γονείς αυτοί, κυρίως, προσπαθούν να διασφαλίσουν για τα παιδιά τους μόνο τις απολύτως βασικές σωματικές ανάγκες.

Εχει ενδιαφέρον ότι εκτός από οικονομικούς λόγους, η απόσταση από τις φροντίδες υγείας σχετίζεται και με την αντίληψη της σωματικής δύναμης ως καταφυγίου αξιοπρέπειας: για να επιβιώσεις οφείλεις να «σκληραγωγηθείς».

Στα πιο οικονομικά ασφαλή τμήματα των λαϊκών τάξεων οι σχέσεις με τις φροντίδες υγείας είναι φαινομενικά συγγενείς με αυτές των μεσαίων και ανώτερων τάξεων, καθώς τα παιδιά παρακολουθούνται από έναν παθολόγο ή έναν παιδίατρο. Ωστόσο δεν υιοθετούν συστηματικά και πλήρως τις διαγνώσεις και τις συμβουλές των γιατρών και δεν εφαρμόζουν προληπτικές πρακτικές. Οι επισκέψεις στον γιατρό γίνονται σχεδόν πάντα αφού έχουν εκδηλωθεί οι ασθένειες των παιδιών. Οι διατροφικές συμπεριφορές τους επίσης έχουν γνώμονα κυρίως τη διατροφική απόλαυση (π.χ. κατανάλωση βιομηχανικών γλυκών και παιδικών ποτών με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, καθώς και ανθυγιεινών σνακ κ.λπ.).

χαρτογράφηση-του-ταξικού-χάσματος-στ-563850079

Οι οικονομικά και πολιτιστικά προνομιούχες οικογένειες, στην πλειονότητά τους, υιοθετούν για τα παιδιά τους πρακτικές πρόληψης οι οποίες συνδυάζονται με ισορροπημένη διατροφή και επένδυση σε αθλητικές δραστηριότητες που στηρίζουν την καλή διαμόρφωση του σώματος (με προσοχή στο αδύνατο σώμα, ιδίως των κοριτσιών).

Ολα αυτά δεν είναι χωρίς επιπτώσεις. «Τα παιδιά και οι έφηβοι με υπέρβαρο ή παχυσαρκία είναι πιο πιθανό να έχουν παχυσαρκία στην ενήλικη ζωή τους και να αναπτύξουν σε νεαρότερη ηλικία νοσήματα που οδηγούν σε πρώιμη θνησιμότητα», λέει η κ. Χαρμανδάρη. Στις επιπλοκές της παχυσαρκίας συγκαταλέγονται ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, η υπέρταση, η δυσλιπιδαιμία, καρδιαγγειακά προβλήματα και κακοήθειες. «Εκτός από την αυξημένη νοσηρότητα και θνησιμότητα, η παχυσαρκία ευθύνεται και για ένα σημαντικά υψηλό ποσοστό των δαπανών δημόσιας υγείας. Οι οικονομικές επιπτώσεις από την παχυσαρκία παγκοσμίως ανέρχονται σε περίπου 2 τρισ. δολάρια ετησίως, ή 2,8% του παγκοσμίου ΑΕΠ, ποσό περίπου ισοδύναμο με τον παγκόσμιο οικονομικό αντίκτυπο από το κάπνισμα ή την ένοπλη βία, τον πόλεμο και την τρομοκρατία. Στην Ελλάδα, το συνολικό κόστος για την αντιμετώπιση των επιπλοκών της παχυσαρκίας υπερβαίνει τα 4 δισ. ευρώ ετησίως. Είναι απολύτως απαραίτητο να δοθεί έμφαση τόσο στην πρόληψη όσο και στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας κατά την παιδική και εφηβική ηλικία».

Το «Μαζί για το Παιδί», που υποστηρίζει την έρευνα του ΕΚΠΑ, έχει ως αντικείμενο ακριβώς αυτό, τη μείωση και ιδανικά την εξάλειψη των ανισοτήτων στα παιδιά, όπως λέει στην «Κ» η Λένια Κοντογούρη, γενική διευθύντρια του οργανισμού. «Τα αποτελέσματα καθρεφτίζουν τη δική μας εμπειρία, αλλά φώτισαν και πτυχές που δεν είχαμε εντοπίσει. Εμείς, για παράδειγμα, εξοπλίζουμε με παιδιατρικό ιατρικό υλικό νοσοκομεία και κέντρα υγείας, ώστε οι άνθρωποι να έχουν πρόσβαση στις απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις. Ενδεχομένως, όμως, να μην αρκεί το ιατρικό υλικό, αλλά να χρειάζεται και εκπαίδευση κάποιων ανθρώπων για τον λόγο που είναι σημαντικό να επισκεφθούν τον γιατρό εγκαίρως».

Κατασκευή ιστοσελίδων Πύργος