Χρέη 10 δισ. ευρώ «παρκάρει» η εφορία στα ανεπίδεκτα είσπραξης
Σε νέο ξεκαθάρισμα των ληξιπρόθεσμων χρεών προς τις φορολογικές αρχές αναμένεται να προχωρήσει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων έως το τέλος του τρέχοντος έτους, χαρακτηρίζοντας χρέη ύψους 10 δισ. ευρώ ως «ανεπίδεκτα είσπραξης».
Η ΑΑΔΕ έχει αποφασίσει ως το τέλος του τρέχοντος έτους να προσθέσει στα ήδη χαρακτηρισμένα ως «ανεπίδεκτα είσπραξης» ληξιπρόθεσμα χρέη προς τις φορολογικές υπηρεσίες άλλα 10 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 9,8 δισ. ευρώ αφορούν μεγάλα ποσά οφειλών άνω του 1.500.000 ευρώ ανά περίπτωση και μόλις 200 εκατ. ευρώ είναι μικροοφειλές.
Πρόκειται για χρέη που -παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες των αρμόδιων για την είσπραξή τους υπηρεσιών- παραμένουν ανείσπρακτα επί χρόνια, και για τα οποία δεν υπάρχουν πλέον διαθέσιμα μέσα για την αναγκαστική είσπραξή τους.
Αφορούν δηλαδή περιπτώσεις οφειλετών κατά τις οποίες ο ίδιος και τα συνυπόχρεα πρόσωπα δεν διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία και ολοκληρώθηκε η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων και απαιτήσεων του οφειλέτη και έπαυσαν οι εργασίες πτώχευσης αν πρόκειται για πτωχό.
Επίσης, υπάρχουν περιπτώσεις που οι οφειλέτες, έχουν μεταβιβάσει τα περιουσιακά τους στοιχεία και η ΑΑΔΕ δεν έχει τη δυνατότητα να τα δεσμεύσει και να τα κατασχέσει, έναντι των οφειλών τους.
Σημειώνεται, ωστόσο, ότι οφειλή που έχει καταχωριστεί ως ανεπίδεκτη είσπραξης, επαναχαρακτηρίζεται ως εισπράξιμη, εάν πριν από την παραγραφή της διαπιστωθεί ότι υπάρχει δυνατότητα μερικής ή ολικής ικανοποίησής της είτε από τον οφειλέτη είτε από συνυπόχρεο πρόσωπο.
Ήδη, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που έχει δημοσιοποιήσει η ΑΑΔΕ, από το ποσό των 111,63 δισ. ευρώ που είναι το σύνολο των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις φορολογικές αρχές έως το τέλος Αυγούστου 2025, οφειλές ύψους 27,17 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 24,3% του συνόλου, έχουν ήδη χαρακτηριστεί ως «ανεπίδεκτες είσπραξης».
Με την προσθήκη άλλων 10 δισ. ευρώ το συνολικό ύψος των «ανεπίδεκτων είσπραξης» οφειλών θα ανέλθει στα επίπεδα των 37,2 δισ. ευρώ και θα καλύπτει το 33,3% των ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Πώς τίθενται στο αρχείο
Η διάκριση των χρεών προς την εφορία σε εισπράξιμα και μη θα γίνει με το νέο πλαίσιο που νομοθετήθηκε το καλοκαίρι με τον νόμο για τον Τελωνειακό Κώδικα.
Ειδικότερα, η απόφαση για τον χαρακτηρισμό οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης, ανάλογα με το ύψος της εκκρεμούς οφειλής λαμβάνεται:
- Για ποσό έως 300.000 ευρώ, η απόφαση λαμβάνεται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας ΔΟΥ ή τελωνειακής αρχής.
- Για ποσά από 300.000 ευρώ έως 3 εκατ. ευρώ, από τον διοικητή της ΑΑΔΕ.
- Για ποσά άνω των 3 εκατ. ευρώ, η εισήγηση γίνεται πλέον αποκλειστικά από την Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης (ΕΜΕΙΣ).
- Πάντως, εφόσον πρόκειται για συνολική βασική οφειλή άνω του 1,5 εκατ. ευρώ, οι πράξεις αυτές κοινοποιούνται στην Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Η διαδικασία
Μετά τις αλλαγές που έγιναν στον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, για να χαρακτηριστούν ως ανεπίδεκτες είσπραξης οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο και οι συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά τα ακόλουθα:
- Έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της φορολογικής διοίκησης και από τις έρευνες αυτές δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων ή διαπιστώθηκε η καθ’ οιονδήποτε τρόπο εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων που δεν υπόκεινται σε ακύρωση ή σε διάρρηξη κατά τα άρθρα 939 έως 946 του Αστικού Κώδικα και ειδικότερα διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων ή απαιτήσεων κατά των ανωτέρω ευθυνόμενων προσώπων με επίσπευση του Δημοσίου ή τρίτων ή από τον εκκαθαριστή στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθάρισης και η παύση των εργασιών της πτώχευσης, εφόσον έχει λάβει χώρα κήρυξη των ευθυνόμενων προσώπων σε πτώχευση, η οποία δεν έχει περατωθεί. Η εκμίσθωση τραπεζικής θυρίδας από οφειλέτη ή συνυπόχρεο πρόσωπο δεν κωλύει τον χαρακτηρισμό των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης, ακόμα και πριν λάβει χώρα η διάρρηξη αυτής, εφόσον έχει ήδη επιβληθεί κατάσχεση στα χέρια τρίτου,
- Έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 25 του ν. 1882/1990 σε όσες περιπτώσεις συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις ή δεν είναι δυνατή η υποβολή αυτής,
- Έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά ορισμένο ελεγκτή της αρμόδιας υπηρεσίας της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ο οποίος πιστοποιεί, με βάση ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις των περ. α’ και β’ και είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη των οφειλών.
Οι αλλαγές
Με νεότερες διατάξεις που ψηφίστηκαν το περασμένο καλοκαίρι από τη Βουλή και επέφεραν τροποποιήσεις στον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, προστέθηκαν κι άλλα κριτήρια και επιτρέπεται πλέον -κατά παρέκκλιση των όσων προβλέπονται στις παραπάνω παραγράφουςνα χαρακτηρίζονται ως «ανεπίδεκτες είσπραξης» και οφειλές, παρά την ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή συνυπόχρεου προσώπου, αν για τα υφιστάμενα περιουσιακά στοιχεία συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
1. Η συνολική αξία της κυριότητας και των λοιπών εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων είναι ιδιαίτερα μικρής αξίας σε σχέση με τη συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή, δεν υπερβαίνει το 5% του ύψους της οφειλής και σε κάθε περίπτωση το ποσό των 100.000 ευρώ, όπως η αξία αυτή προκύπτει, κατά σειρά, από εκτίμηση πιστοποιημένου εκτιμητή, όπου υπάρχει, ή από το ποσό του αθροίσματος της φορολογητέας αξίας των δικαιωμάτων αυτών για τον υπολογισμό του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων.
Αν συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, αλλά η συνολική αξία της κυριότητας και των λοιπών εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων υπερβαίνει το 100.000 ευρώ, ως ανεπίδεκτη είσπραξης χαρακτηρίζεται η οφειλή που απομένει μετά την αφαίρεση του διπλάσιου ποσού της αξίας αυτών.
2. Η συνολική αξία της κινητής περιουσίας του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων, ακόμα κι αν η κατάσχεση αυτής δεν κατέστη δυνατόν να επιβληθεί παρά την έγγραφη παραγγελία της αρμόδιας φορολογικής ή τελωνειακής αρχής, είναι ιδιαίτερα μικρής αξίας σε σχέση με το ύψος της συνολικής βασικής ληξιπρόθεσμης οφειλής και δεν υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ.
3. Αν η συνολική αξία της κυριότητας και των λοιπών εμπράγματων δικαιωμάτων επί κινητών του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ, ως ανεπίδεκτη είσπραξης χαρακτηρίζεται η οφειλή που απομένει μετά την αφαίρεση του διπλάσιου ποσού της αξίας αυτών.
Στην περίπτωση αυτή, ο χαρακτηρισμός οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης γίνεται κατά σειρά παλαιότητας, από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεότερη, με κριτήριο τον χρόνο καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων.
Συγχρόνως, ως ανεπίδεκτες είσπραξης χαρακτηρίζονται επίσης οφειλές και στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Αν έχει παρέλθει χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα (10) ετών από την υπαγωγή της επιχείρησης του οφειλέτη, φυσικού ή νομικού προσώπου, σε διαδικασία ειδικής εκκαθάρισης ή από τη λύση του νομικού προσώπου και η τρέχουσα συνολική αξία του ενεργητικού της υπό εκκαθάριση περιουσίας και της περιουσίας των συνυπόχρεων προσώπων είναι ιδιαίτερα μικρής αξίας σε σχέση με τη συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή, η οποία δεν υπερβαίνει το 5% του ύψους της οφειλής και σε κάθε περίπτωση το ποσό των 100.000 ευρώ.
Αν συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, αλλά η τρέχουσα συνολική αξία του ενεργητικού της υπό εκκαθάριση περιουσίας και της περιουσίας των συνυπόχρεων προσώπων υπερβαίνει το ποσό των 100.000 ευρώ, ως ανεπίδεκτη είσπραξης χαρακτηρίζεται η οφειλή που απομένει μετά την αφαίρεση του διπλάσιου ποσού της αξίας αυτών, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του τρίτου εδαφίου της υποπερ. αα’ της περ. α’ της παρούσας.
β) Αν ο οφειλέτης ή συνυπόχρεο πρόσωπο απεβίωσε χωρίς να καταλείπει οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο και ο επιζών σύζυγος ή μέρος συμφώνου συμβίωσης, τα τέκνα του οφειλέτη καθώς και οι εκ διαθήκης κληρονόμοι αυτού αποποιήθηκαν την επαχθείσα κληρονομιά.
Στην περίπτωση αυτή, για τον χαρακτηρισμό οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης, δεν απαιτείται έρευνα και επίσπευση της διαδικασίας είσπραξης σε βάρος των λοιπών κληρονόμων του αποβιώσαντος.
Οι ανεπίδεκτες είσπραξης οφειλές παραμένουν καταγεγραμμένες για δέκα χρόνια, με αναστολή της παραγραφής.
Στο διάστημα αυτό, ο οφειλέτης δεν μπορεί να λάβει φορολογική ενημερότητα ή να μεταβιβάσει περιουσία, ενώ οι τραπεζικοί λογαριασμοί και οι θυρίδες του μπορεί να δεσμευτούν.
Αν προκύψουν νέα δεδομένα, το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα να προχωρήσει στη λήψη μέτρων αναγκαστικής είσπραξης.
Σε «ρηχά νερά» παραμένουν οι ρυθμίσεις
Η διαχείριση του χαρτοφυλακίου των οφειλών προς την εφορία φαίνεται πως είναι αδιέξοδη, καθώς αυτές εξακολουθούν να διογκώνονται, παρά τις εισπράξεις με αναγκαστικά μέτρα που επιχειρεί η ΑΑΔΕ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, ελάχιστο ποσό από τα ληξιπρόθεσμα χρέη είναι ενταγμένο σε κάποια ρύθμιση τμηματικής καταβολής.
Στο τέλος του περασμένου Ιουλίου σε ρυθμίσεις ήταν χρέη ύψους μόλις 3,3 δισ. ευρώ, κάτω από 3% του συνόλου, ενώ τα υπόλοιπα η ΑΑΔΕ τα διεκδικεί με κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων.
Επίσης προκύπτουν τα ακόλουθα:
- Το υψηλότερο ποσοστό των συνολικών ρυθμισμένων οφειλών (16%) εντοπίζεται σε οφειλές από 500 έως 10.000 ευρώ, ενώ εντός αυτού του εύρους το ποσοστό των ρυθμισμένων οφειλών αγγίζει το 18,62% για ποσά από 2.000 έως 3.000 ευρώ.
- Η συντριπτική πλειονότητα των χρεών προς το Δημόσιο προέρχεται από μεγαλοοφειλέτες, καθένας εκ των οποίων χρωστάει ποσά άνω του 1.000.000 ευρώ.
- Συγκεκριμένα 9.846 φυσικά και νομικά πρόσωπα (από το σύνολο των 4.001.794 οφειλετών) έχουν χρέη άνω του 1 εκατ. ευρώ έκαστος και χρωστάνε συνολικά το ποσό των 85,34 δισ. ευρώ. Επίσης, ο μέσος όρος της οφειλής τους ανέρχεται σε 8,58 εκατ. ευρώ ανά ΑΦΜ και λόγω των μεγάλων ποσών και των ιδιαιτεροτήτων των συγκεκριμένων χρεών, είναι απίθανο να εισπραχθούν ποτέ.
- Το 61,84% του πλήθους των μεγαλοοφειλετών ή 6.151 ΑΦΜ είναι επιχειρήσεις και οι υπόλοιποι φυσικά πρόσωπα.
- Στο σύνολο των χρεών προς το Δημόσιο οι οφειλές των φυσικών προσώπων αποτελούν το 38,2% του συνόλου, αγγίζοντας τα 43 δισ. ευρώ, ενώ οι οφειλές των νομικών προσώπων διαμορφώνονται στα 69 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 61,8% του συνόλου.


