Η σιωπηλή μάρτυρας της ανθρώπινης παρουσίας

Ημερομηνία: 26-09-2025


Φόρτωση Text-to-Speech…

Ο Γαλλοελβετός Ζαν Κλαβέλ για πολλά χρόνια ταύτιζε την Ελλάδα με τα εφηβικά του καλοκαίρια. Εφτανε στο αεροδρόμιο με τους γονείς του και χωρίς καθυστέρηση κατευθυνόταν στο λιμάνι του Πειραιά, με προορισμό την Υδρα. Την Αθήνα δεν τη γνώριζε, όπως και την υπόλοιπη χώρα. Τα τελευταία πέντε χρόνια άρχισε να παρατείνει την παραμονή του στην πρωτεύουσα πριν ξεκινήσει για το νησί. «Η Αθήνα σου επιτρέπει να είσαι αυτός που θέλεις, σου προσφέρει την ελευθερία να ανακαλύψεις πιο δημιουργικές πλευρές του εαυτού σου. Μου αρέσει το φως της και η σχέση που έχουν οι Αθηναίοι με τον χρόνο», υποστηρίζει.

Αμέσως μετά τις σπουδές του στα οικονομικά, συμμετείχε στην ανάπτυξη μιας startup στο Παρίσι, ενώ συνέχιζε να ονειρεύεται την Ελλάδα. «Σκεφτόμουν πως αν οργανωνόμουν σωστά, θα μπορούσα να πηδήξω για λίγο έξω από το τρένο και να ζήσω διαφορετικά, να κάνω αυτό που με γεμίζει». Εκανε οικονομίες και πριν από ένα χρόνο μετακόμισε στην Κυψέλη. Τον περασμένο Σεπτέμβριο αγόρασε μια μοτοσικλέτα και αποφάσισε να γυρίσει τη χώρα τραβώντας φωτογραφίες.

Μια μεταλλική καρέκλα σε παλιό μανάβικο στην Αρκαδία.

Το πάθος του για τη φωτογραφία το ανακάλυψε τυχαία το 2015, σε ένα πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών στο Μπουένος Αϊρες. Για τις ανάγκες του ταξιδιού δανείστηκε μια Leica Minilux από τη μητέρα του, την ίδια που εκείνη είχε χρησιμοποιήσει στα 20 της, ακολουθώντας φίλη της δημοσιογράφο σε αποστολή στον Λίβανο το 1982. «Αγόρασα το πρώτο φιλμ, το εμφάνισα και όταν είδα το αποτέλεσμα εντυπωσιάστηκα. Η φωτογραφία, περισσότερο από κάθε άλλο μέσο, αποτυπώνει την ένταση της στιγμής», σημειώνει.

Για το ταξίδι του στην Ελλάδα –20.000 χλμ. συνολικά, περνώντας από χωριά και επαρχιακές πόλεις– χρησιμοποίησε μια Leica M7 και μια Mamiya 645, επίσης «προίκα» από τη μητέρα του. Από τα Καλάβρυτα ώς το Καλό Νερό κοντά στην Κυπαρισσία και από την Πρέβεζα στο Πήλιο, ο αυτοδίδακτος φωτογράφος έστρεφε τον φακό του στις καρέκλες, το αντικείμενο που αποτυπώνει μοναδικά τις κοινωνικές αλλαγές από τη βιομηχανική επανάσταση μέχρι σήμερα. Οι αγρότες κάθονταν σε σακιά για να ξαποστάσουν και οι εργάτες σε πάγκους. Οι πρώτοι αστοί κάθισαν σε καρέκλες στα καφέ της Ευρώπης στα τέλη του 19ου αιώνα και από εκεί η καρέκλα, σε όλες τις μορφές της, ενσωμάτωσε στον σχεδιασμό της όλες τις επιταγές του μοντερνισμού: από το Bauhaus και τον σουρεαλισμό μέχρι τον φουτουρισμό και την ποπ. Αποχωρίστηκε, επίσης, τα ακριβά υλικά και συστήθηκε σε μέταλλο, ή πολυπροπυλένιο – όπως η περίφημη λευκή Monobloc, ένα από τα 25 πιο επιδραστικά αντικείμενα στον χώρο του design, σύμφωνα με περυσινό δημοσίευμα των New York Times.

Η σιωπηλή μάρτυρας της ανθρώπινης παρουσίας-2Επάνω, μια παραλλαγή της διάσημης πλαστικής καρέκλας Monobloc, στο Καμίνι της Υδρας, την οποία ο Ζαν Κλαβέλ θυμάται να είναι στην ίδια θέση από όταν ήταν έφηβος και περνούσε τα καλοκαίρια του στο νησί. Κάτω, ξεχαρβαλωμένες σεζ λονγκ από ξενοδοχείο στην Αρκίτσα.
Η σιωπηλή μάρτυρας της ανθρώπινης παρουσίας-3

Ο Κλαβέλ φωτογράφισε παραλλαγές της διάσημης λευκής μονοκόμματης καρέκλας στη μόνη σκηνοθετημένη εικόνα του project (που περιλαμβάνει σχεδόν 400 εκτυπώσεις), αλλά και σε αυλές σπιτιών, μέσα σε αχυρώνες, πάνω σε μπάζα. «Την πρώτη μου καρέκλα τη φωτογράφισα στις αρχές Οκτωβρίου στον Βόλο. Ηξερα πως είχα βρει το θέμα μου», θυμάται. Καρέκλες καφενείου, ξεχαρβαλωμένες σεζ λονγκ, σιδερένιοι σκελετοί από καρέκλες τραπεζαρίας, ψάθινα καθίσματα και καρέκλες γραφείου, δίνουν μια αίσθηση ανθρώπινης παρουσίας χωρίς ποτέ να φαίνεται καμία φιγούρα.

«Γυρνούσα με τη μηχανή και όποτε έβλεπα κάποια καρέκλα που με ενδιέφερε, σταματούσα, έκανα λήψεις και προχωρούσα». Τις φωτογράφιζε εκεί όπου τις έβρισκε, χωρίς να τις αγγίζει, με στόχο να αποδώσει μια αλήθεια. «Στην εποχή των social media και των smartphones που κατακλυζόμαστε από φίλτρα, AI και photo-editing, με ενδιέφερε μια πιο αυθεντική αναπαράσταση». Τονίζει ότι δουλεύει μόνο με αναλογικό φιλμ γιατί τον γοητεύει η αισθητηριακή σχέση με τη φωτογραφία: οι κόκκοι, η υφή, η έκπληξη του σκοτεινού θαλάμου.

Απέφυγε τη νησιωτική Ελλάδα γιατί, όπως εξηγεί, τα τοπία έχουν αλλοιωθεί και δεν αποπνέουν πλέον την έννοια της εξοχής ή της αγροτικής ζωής, ούτε τη φιλοξενία που έζησαν οι γονείς του. «Υπήρχαν άνθρωποι που μου άνοιξαν τα σπίτια τους χωρίς να με γνωρίζουν, έπιασα κουβέντα με ηλικιωμένους θαμώνες στα καφενεία και ένιωθα ασφάλεια να κοιμηθώ στη σκηνή μου σε παραλίες ή χωράφια». Για τον νεαρό φωτογράφο κάθε καρέκλα είναι μια ιστορία που συνδέεται με ανθρώπους που γνώρισε ή τοπία που τον συγκίνησαν. «Η Πελοπόννησος είναι ένα κόσμημα, όπως και η Ηπειρος. Υπάρχουν μέρη που δεν έχει πατήσει ξένος και οι τουριστικοί οδηγοί θα τα χαρακτήριζαν εύκολα παράδεισο».

Η σιωπηλή μάρτυρας της ανθρώπινης παρουσίας-4Μια ξύλινη καρέκλα σε ελαιώνα της Πελοποννήσου.

Τις φωτογραφίες τις τραβούσε αρχικά για τον εαυτό του, ώσπου τον Μάιο κάποιοι φίλοι τον ενθάρρυναν να τις δείξει. «Δεν ήθελα ούτε είχα τις γνωριμίες για να εκθέσω σε γκαλερί. Κάποιος μου είπε για το διαμέρισμα μιας Ελληνίδας ζωγράφου, που ήταν κλειστό για 30 χρόνια», λέει.

Το διαμέρισμα που φιλοξενεί την έκθεση «A Sitting Poetry» με 18 ασπρόμαυρες λήψεις, στην Κυψέλης 3, είναι το σπίτι όπου έζησε έως το 1984 η ζωγράφος Αγλαΐα Παπά, αδελφή της λογοτέχνιδος Κατίνας Παπά. Η Κερκυραία καλλιτέχνις φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών με δάσκαλο τον Κωνσταντίνο Παρθένη και συνέχισε στην Ακαδημία Μπρέρα του Μιλάνου. Το 1934 συμμετείχε στην Μπιενάλε της Βενετίας και το 1957 σε αυτήν της Αλεξάνδρειας. Το σπίτι φέρει, όπως και οι καρέκλες, τα σημάδια του χρόνου, χωρίς όμως να χάνει την ατμόσφαιρα και την αστική του φινέτσα.

Η σιωπηλή μάρτυρας της ανθρώπινης παρουσίας-5Ο αυτοδίδακτος φωτογράφος Ζαν Κλαβέλ.

«Γιατί ασπρόμαυρο;», τον ρωτάω βγαίνοντας στο κλιμακοστάσιο της παλιάς πολυκατοικίας. «Το ασπρόμαυρο τοποθετεί το θέμα σε ένα άχρονο πλαίσιο, δεν αποκαλύπτει τα πάντα, υπαινίσσεται ιστορίες, οξύνει τη φαντασία και το βλέμμα», απαντά.

«A Sitting Poetry», έως τις 27/9, Κυψέλης 3, 1ος όροφος, 3-8 μ.μ.

Κατασκευή ιστοσελίδων Πύργος