Μηδενικά διατηρήθηκαν τα επιτόκια στην Ελβετία

Ημερομηνία: 26-09-2025


Η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας διατήρησε αμετάβλητο το κόστος δανεισμού, σταματώντας τον κύκλο χαλάρωσης που ξεκίνησε στις αρχές του 2024, καθώς οι αξιωματούχοι αποφεύγουν την επιστροφή σε αρνητικά επιτόκια.

Οι αξιωματούχοι άφησαν το επιτόκιο αναφοράς στο μηδέν την Πέμπτη, όπως προέβλεπαν σχεδόν όλοι οι οικονομολόγοι που συμμετείχαν στην έρευνα του Bloomberg, ενώ μόνο ένας είχε προβλέψει μείωση.

«Οι πληθωριστικές πιέσεις είναι ουσιαστικά αμετάβλητες σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο», δήλωσε ο πρόεδρος Μάρτιν Σλέγκελ στους δημοσιογράφους στη Ζυρίχη. «Θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε την κατάσταση και να προσαρμόζουμε τη νομισματική μας πολιτική, εάν χρειαστεί, προκειμένου να διασφαλίσουμε τη σταθερότητα των τιμών», πρόσθεσε. Είχαν προηγηθεί έξι επιτοκιακές μειώσεις που ξεκίνησαν τον Μάρτιο του 2024. Οι αξιωματούχοι είχαν δηλώσει επανειλημμένως ότι η επιστροφή σε αρνητικά επιτόκια θα επέφερε ζημία στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Παρότι ο πληθωρισμός μπορεί να βρίσκεται σχεδόν στο κατώτατο όριο του εύρους 0%-2%, η πιο πρόσφατη μέτρηση του 0,2% εξακολουθεί να είναι πάνω από τις προβλέψεις της SNB. Ο Σλέγκελ και οι συνεργάτες του φαίνεται επίσης να έχουν υιοθετήσει μια πολιτική πιο συνετής αντίδρασης στην ισχύ του νομίσματός τους.

Αυτό θα τους δίνει το περιθώριο να παρακολουθούν τις εισροές στο φράγκο, η αξία του οποίου την περασμένη εβδομάδα έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο της δεκαετίας έναντι του δολαρίου, χωρίς να αισθάνονται την ανάγκη να αντιδράσουν αμέσως. Η ισοτιμία έναντι του ευρώ, που έχει μεγαλύτερη σημασία για τους Ελβετούς εξαγωγείς, βρίσκεται περίπου στο ίδιο επίπεδο με τον Ιούνιο, όταν ελήφθη η τελευταία απόφαση της SNB.

Η απόφαση της Πέμπτης σημαίνει ότι οι εξαγωγείς, που πλήττονται αφότου ο Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε στην Ελβετία τους υψηλότερους δασμούς ανάμεσα σε όλες τις προηγμένες οικονομίες, θα πρέπει να συνεχίσουν να υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους. Την παραμονή της απόφασης, το ερευνητικό ινστιτούτο KOF της χώρας αναθεώρησε τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη του επόμενου έτους, επικαλούμενο τους αμερικανικούς δασμούς.

«Οι αμερικανικοί δασμοί αποτελούν μεγάλη πρόκληση για τις επηρεαζόμενες εταιρείες και είναι πιθανό να επιβραδύνουν την οικονομική δραστηριότητα», δήλωσε ο Σλέγκελ. «Σε αυτό το πλαίσιο, η νομισματική μας πολιτική υποστηρίζει επίσης την οικονομική ανάπτυξη».

Οι αξιωματούχοι δημοσίευσαν νέες προβλέψεις για την αύξηση των τιμών καταναλωτή που ταιριάζουν με τις προηγούμενες εκτιμήσεις τους. Προβλέπουν ότι θα είναι κατά μέσον όρο στο 0,2% φέτος, 0,5% το 2026 και 0,7% το 2027.

Κατασκευή ιστοσελίδων Πύργος