Παραγραφή λόγω γραφειοκρατίας |
Φόρτωση Text-to-Speech…
«Ταφόπλακα» βάζει το ΣτΕ σε υποθέσεις που έμειναν στα αζήτητα της φορολογικής διοίκησης για περισσότερα από πέντε χρόνια, δείχνοντας τον δρόμο στις ελεγκτικές αρχές για ενδελεχείς, γρήγορους και εντατικούς ελέγχους. Η ασυνεννοησία ή η κακή συνεργασία μεταξύ των φορολογικών αρχών του κράτους αφήνει τις οικονομικές «αμαρτίες» που εντοπίζονται κατόπιν εορτής ατιμώρητες(!).
Για εικονικά στοιχεία
Με πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ, ιδιοκτήτης επιχείρησης που εξέδιδε εικονικά φορολογικά στοιχεία και όφειλε καταβολή ποσού περίπου 230.000 ευρώ δικαιώνεται εξαιτίας της ολιγωρίας ή και αδράνειας των φορολογικών αρχών να του καταλογίσουν τον φόρο εντός της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής. «Αυτό συμβαίνει στην πλειονότητα των υποθέσεων που φτάνουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας και αφορούν ζητήματα παραγραφής. Η πενταετία παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων του κράτους αποσκοπεί στην ταχεία ολοκλήρωση της φορολογικής διαδικασίας, στον προσδιορισμό των φορολογικών υποχρεώσεων και στον προγραμματισμό από τον φορολογούμενο. Εχει αποδειχθεί ότι επιβάλλοντας φόρους και πρόστιμα 15 και 20 έτη μετά, το κράτος δεν παίρνει ποτέ τα χρήματα πίσω», εξηγεί στην «Κ» δικαστική πηγή.
Η απόφαση 1519/2025 του Β’ Τμήματος του ΣτΕ ξεκαθαρίζει ότι η φορολογική αρχή είναι ενιαία, ευθυγραμμιζόμενη άλλωστε με την απόφαση της Ολομέλειας του 2017, που άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τα δικαστήρια τον φορολογούμενο, τοποθετώντας ως όριο της παραγραφής τα πέντε έτη, με ελάχιστες και συγκεκριμένες εξαιρέσεις, που μπορούν να οδηγήσουν σε επέκταση στη δεκαετία αν προκύψουν νέα στοιχεία.
Αλλαγή οπτικής – «Το δικαστήριο άλλαξε εντελώς την οπτική της φορολογικής διοίκησης προς τους επίκαιρους και αποτελεσματικούς ελέγχους, έστω κι αν αυτό σημαίνει ότι σε κάποια πράγματα του παρελθόντος θα δοθεί “συγχωροχάρτι”».
Μπορεί η απόφαση του 2017 να μετράει 8 έτη, παρόλα αυτά το 50%-60% της ύλης που απασχολεί το Β´ Τμήμα (φορολογικό) του ανωτάτου δικαστηρίου θέτει προς εξέταση ένα ζήτημα παραγραφής υπό κάποια διαφορετική εκδοχή. Η απάντηση του ΣτΕ, που αυτή τη φορά κλήθηκε να «λύσει» ζήτημα παραγραφής λόγω ασυνεννοησίας των φορολογικών αρχών, είναι σταθερή. Δεν μπορεί το Δημόσιο, επικαλούμενο κάθε φορά λόγους που έχουν να κάνουν με την κακή λειτουργία του, να επιβάλει φόρο σε χρόνο μεγαλύτερο της πενταετίας.
«Η φορολογική διοίκηση είναι ενιαία για τον φορολογούμενο. Για παράδειγμα, δεν μπορεί η ΔΟΥ Αθηνών να επικαλείται ότι δεν ξέρει τι έκανε η ΔΟΥ Αλεξανδρούπολης για τον ίδιο φορολογούμενο. Δεν πρόκειται για συμπληρωματικά στοιχεία, άρα αν έχει περάσει η πενταετία, παραγράφεται η ιστορία. Είναι σαν να παρατείνει η ίδια η διοίκηση την παραγραφή, ενώ πρόκειται για δίκη της αβελτηρία», σημειώνει η ίδια πηγή.
Ανάλογο θέμα είχε αντιμετωπίσει το ΣτΕ και με αποφάσεις που εξέδωσε το 2022, όταν η φορολογική αρχή υποστήριξε ότι ήρθαν στοιχεία από το εξωτερικό. Αν και ο νόμος ξεκαθαρίζει ότι αυτό αποτελεί συμπληρωματικό στοιχείο που μπορεί να παρατείνει την παραγραφή, το ΣτΕ είχε απαντήσει πως για να συμβεί αυτό, θα πρέπει το ερώτημα που θα σταλεί στην αρμόδια αρχή κάποιας τρίτης χώρας να σταλεί εντός της πενταετίας.
«Το δικαστήριο άλλαξε εντελώς την οπτική της φορολογικής διοίκησης προς τους επίκαιρους και αποτελεσματικούς ελέγχους, έστω και αν αυτό σημαίνει ότι σε κάποια πράγματα του παρελθόντος θα δοθεί “συγχωροχάρτι”. Δεν μπορεί να λύνεις ύστερα από 10-15 χρόνια τέτοιου είδους ζητήματα. Βοηθάει στην είσπραξη των εσόδων και στην ανάπτυξη, γιατί οι επιχειρηματίες ξέρουν τις υποχρεώσεις τους».
Ασυνεννοησία
Με την επίμαχη απόφαση και εξαιτίας της ασυνεννοησίας των φορολογικών αρχών, ο πολίτης που προσέφυγε δικαιώθηκε και απαλλάχθηκε από την πληρωμή ποσού ύψους 228.389 ευρώ που είχε προκύψει εις βάρος του για την έκδοση εικονικών παραστατικών.
Πρόκειται για ιδιοκτήτη επιχείρησης με αντικείμενο την εκτέλεση χωματουργικών εργασιών, εις βάρος του οποίου το 2013 η Περιφερειακή Διεύθυνση Κρήτης του ΣΔΟΕ είχε διενεργήσει έλεγχο για τις χρήσεις των ετών 2007 και 2008. Στον έλεγχο αυτό διαπιστώθηκε ότι εξέδωσε εικονικά φορολογικά στοιχεία και εκδόθηκαν δύο υπηρεσιακά σημειώματα.
Ωστόσο, το 2019 διενεργήθηκε εις βάρος του φορολογικός έλεγχος ξανά κατόπιν εντολής της προϊσταμένης ΔΟΥ Ρεθύμνου, που αφορούσε τις ίδιες διαχειριστικές χρήσεις 2007 και 2008. Αφορμή για τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου αποτέλεσε έγγραφο της ίδιας χρονιάς από το Τμήμα Φορολογικής Αστυνόμευσης της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, το οποίο διαβιβάστηκε στην αρμόδια ΔΟΥ Ρεθύμνου, μαζί με την έκθεση πεπραγμένων – διαπιστώσεων του τμήματος και τα δύο υπηρεσιακά σημειώματα του 2013 από την Περιφερειακή Διεύθυνση Κρήτης του ΣΔΟΕ.
Ο έλεγχος του 2019 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα επίμαχα στοιχεία είναι εικονικά, ενώ εκδόθηκαν εις βάρος του επιχειρηματία πράξεις προσδιορισμού φόρου. Εκείνος άσκησε ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της ΔΕΔ (Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών) που απερρίφθη σιωπηρώς και στη συνέχεια προσέβαλε την απόφαση της ΔΕΔ στα διοικητικά δικαστήρια.

Βασικός ισχυρισμός του ήταν ότι το δικαίωμα του Δημοσίου να επιβάλει τις ένδικες φορολογικές αξιώσεις είχε υποπέσει στην πενταετή παραγραφή και δεν υπήρχαν νέα συμπληρωματικά στοιχεία, ώστε να ισχύει η επέκταση της πενταετούς προθεσμίας σε δεκαετή, δεδομένου ότι εντός της πενταετίας, δηλαδή από το έτος 2013, το ΣΔΟΕ είχε εκδώσει εις βάρος του για τις συγκεκριμένες πράξεις υπηρεσιακά σημειώματα ελέγχου και, συνεπώς, οι ελεγκτικές αρχές είχαν στα χέρια τους το σύνολο των στοιχείων της υπόθεσής του.
Ομως, το Διοικητικό Εφετείο κατέληξε σε αντίθετη κρίση, με το σκεπτικό ότι το έγγραφο του Τμήματος Φορολογικής Αστυνόμευσης της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας περιήλθε στην αρμόδια ΔΟΥ Ρεθύμνου μαζί με τα επισυναπτόμενα σε αυτό έγγραφα το έτος 2019, δηλαδή μετά τη συμπλήρωση της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής, η οποία για την επίδικη χρήση (1.1-31.12.2008) συμπληρώθηκε στις 31.12.2014 και, ως εκ τούτου, αποτελούσε συμπληρωματικό στοιχείο.
Ενισχύει την είσπραξη – «Δεν μπορεί να λύνεις ύστερα από 10-15 χρόνια τέτοιου είδους ζητήματα. (Η απόφαση του ΣτΕ) βοηθάει στην είσπραξη των εσόδων και στην ανάπτυξη, γιατί οι επιχειρηματίες ξέρουν τις υποχρεώσεις τους».
Οπως ανέφεραν δικαστές στο σκεπτικό τους, «η εμφάνιση εκ μέρους των φορολογουμένων εικονικών συναλλαγών αποτελεί παραβατική συμπεριφορά, την οποία τα εμπλεκόμενα μέρη προσπαθούν με κάθε τρόπο να μην αποκαλύψουν, η απόδειξη δε της εικονικότητας εκ μέρους της φορολογικής αρχής απαιτεί πολλές φορές επισταμένους διασταυρωτικούς και χρονοβόρους ελέγχους, με εμπλοκή περισσοτέρων υπηρεσιών». Με αυτό το σκεπτικό το Διοικητικό Εφετείο κατέληξε ότι δικαιολογημένα η αρμόδια φορολογική αρχή δεν είχε διαπιστώσει την εικονικότητα των επίμαχων τιμολογίων εντός του χρόνου της αρχικής πενταετούς παραγραφής, αλλά και πως ίσχυε η δεκαετής παραγραφή, η οποία συμπληρωνόταν στις 31.12.2019.
«Ηταν ήδη γνωστές»
Οταν η υπόθεση έφτασε στο Β’ Τμήμα του ΣτΕ, οι σύμβουλοι Επικρατείας είχαν αντίθετη άποψη, κρίνοντας πως το έγγραφο του 2019 του Τμήματος Φορολογικής Αστυνόμευσης της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη δεν αποτελούσε συμπληρωματικό στοιχείο ικανό να παρατείνει την πενταετή προθεσμία της παραγραφής σε δεκαετή, δεδομένου ότι όλες οι πληροφορίες που αυτό περιείχε ήταν ήδη γνωστές στη φορολογική αρχή από το έτος 2013.
Στο σκεπτικό της απόφασης, αφού υπογραμμίζεται ο κανόνας της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής, εξηγείται πως η παραγραφή καθίσταται δεκαετής, μεταξύ άλλων, αν από συμπληρωματικά στοιχεία που περιήλθαν με οποιονδήποτε τρόπο εις γνώσιν του προϊσταμένου ΔΟΥ, μετά την πενταετία, εξακριβώνεται ότι ο φόρος που προκύπτει είναι μεγαλύτερος από αυτόν που προσδιορίζεται με την αρχική πράξη ή αν η δήλωση ή τα έντυπα ή οι καταστάσεις που τη συνοδεύουν αποδεικνύονται ανακριβή, εφόσον τα στοιχεία αυτά δεν είχε υπόψη της δικαιολογημένα η φορολογική αρχή.
«Δεν αποτελούν, επομένως, “συμπληρωματικά στοιχεία” εκείνα τα οποία είτε είχαν περιέλθει εις γνώσιν της φορολογικής αρχής εντός της πενταετίας και αγνοήθηκαν ή δεν ελήφθησαν προσηκόντως υπόψη από αυτήν είτε η φορολογική αρχή όφειλε να έχει λάβει γνώση τους, εντός της ίδιας πενταετίας», σημειώνουν οι δικαστές και συνεχίζουν λέγοντας πως «δεν αποτελεί “συμπληρωματικό στοιχείο” έγγραφο άλλης δημόσιας υπηρεσίας, ακόμη και αν από το έγγραφο αυτό αποδεικνύεται η εικονικότητα φορολογικού στοιχείου, στην περίπτωση κατά την οποία η αρμόδια φορολογική αρχή μπορούσε ευχερώς να διαπιστώσει την εικονικότητα του επίμαχου φορολογικού στοιχείου σε προγενέστερο χρόνο, εάν είχε επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια».
Με λίγα λόγια, εφόσον η Περιφερειακή Διεύθυνση Κρήτης του ΣΔΟΕ εντός της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής, διαπίστωσε κατά τον έλεγχο του φορολογουμένου ότι έχει προβεί στην έκδοση εικονικών τιμολογίων και συνέταξε σχετικά υπηρεσιακά σημειώματα ελέγχου, «είναι υποχρεωμένη, επιδεικνύοντας τη δέουσα επιμέλεια, είτε να εκδώσει και να κοινοποιήσει η ίδια τις οικείες καταλογιστικές πράξεις είτε, εφόσον δεν είναι προς τούτο αρμόδια, να ενημερώσει εντός της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής την αρμόδια για την έκδοση και κοινοποίηση των οικείων καταλογιστικών πράξεων υπηρεσία».
Οπως σημειώνεται στην απόφαση, το γεγονός ότι πρόκειται για υπηρεσία διαφορετική από αυτήν που είναι αρμόδια για την έκδοση της πράξης καταλογισμού φόρου «δεν αποτελεί παράμετρο ικανή να δικαιολογήσει (ενόψει και των αρχών της αναλογικότητας, αλλά και του ενιαίου της φορολογικής διοίκησης) αντίθετο συμπέρασμα, διότι τα στοιχεία περιέρχονται εις γνώσιν της φορολογικής αρχής, η οποία έχει τη δυνατότητα (αλλά και την υποχρέωση, ως επιμελώς δρώσα διοίκηση) να τα λάβει επικαίρως υπόψη, αξιοποιώντας κατάλληλα και τη σύγχρονη τεχνολογία, για την αποτελεσματική εκπλήρωση του (ελεγκτικού) έργου της».


