Το απόλυτο ζευγάρι της screwball κωμωδίας

Ημερομηνία: 27-10-2025


Χάρολντ φον Κουρσκ
27.10.2025 • 23:25

Οταν μιλάμε για αμιγώς κωμική χημεία, κανένα άλλο ζευγάρι της μεγάλης οθόνης δεν έχει υπερβεί την εκρηκτική δυναμική και το απολαυστικό λεκτικό πινγκ πονγκ των Νταϊάν Κίτον και Γούντι Αλεν. Πρωταγωνίστησαν μαζί σε οκτώ ταινίες, δύο εκ των οποίων –«Νευρικός εραστής» (Annie Hall, 1977) και «Μανχάταν» (Manhattan, 1979)– θεωρούνται πλέον κλασικές. Μια τρίτη ταινία, το «Μυστηριώδεις φόνοι στο Μανχάταν» (Manhattan Murder Mystery, 1993), είναι η screwball κωμωδία (γρήγορη κωμωδία με πνευματώδεις διαλόγους) που ολοκληρώνει επιτυχώς το τρίπτυχο ερωτικό γαϊτανάκι ανάμεσα στην Κίτον και στον Αλεν.

Γι’ αυτό και ο απρόσμενος θάνατός της, την περασμένη εβδομάδα, μας συγκλονίζει και μας θλίβει τόσο. Η Κίτον υπήρξε μια τόσο θεαματικά ιδιόρρυθμη και ενδιαφέρουσα παρουσία, ώστε η απουσία της γίνεται ακόμη πιο αισθητή, γιατί ήταν πραγματικά μοναδικό ταλέντο.

«Είναι γραμματικά λάθος να λες “πιο μοναδική”, όμως όλοι οι κανόνες της γραμματικής, αλλά και γενικότερα, παύουν να ισχύουν όταν μιλάς για την Νταϊάν Κίτον. Ηταν μια μοναδική προσωπικότητα, που δύσκολα θα ξαναγνωρίσει ο πλανήτης. Το πρόσωπό της και το γέλιο της φώτιζαν κάθε χώρο όπου εμφανιζόταν», έγραψε ο Γούντι Αλεν μετά τον θάνατό της. Η Νταϊάν Κίτον και ο Γούντι Αλεν μοιράστηκαν μια παντοτινή φιλία τόσο στην οθόνη όσο και στη ζωή: «Ερωτεύτηκα τον Γούντι από την πρώτη στιγμή που τον είδα, όταν έκανα οντισιόν για (τη θεατρική εκδοχή του) Play It Again Sam…», θυμάται η Κίτον. «Από τότε αναπτύχθηκε ανάμεσά μας μια υπέροχη σχέση, η οποία αποτυπώθηκε και στις ταινίες που γυρίσαμε μαζί. Μου άρεσε να είμαι το χαζοβιόλικο ταίρι του, και το Annie Hall μιλούσε για εκείνες τις αγάπες που δεν κρατούν… Ηταν συγκινητικό». 

«Είναι γραμματικά λάθος να λες “πιο μοναδική”, όμως όλοι οι κανόνες της γραμματικής, αλλά και γενικότερα, παύουν να ισχύουν όταν μιλάς για την Νταϊάν Κίτον. Ηταν μια μοναδική προσωπικότητα, που δύσκολα θα ξαναγνωρίσει ο πλανήτης», έγραψε ο Γούντι Αλεν μετά τον θάνατό της.

Το ειδύλλιό τους εκτός οθόνης διήρκεσε από το 1968 έως το 1972, όταν η Κίτον άφησε τη Νέα Υόρκη για να πρωταγωνιστήσει στον «Νονό» (The Godfather) του Φράνσις Φορντ Κόπολα, ταινία που την καθιέρωσε ως σπουδαία δραματική ηθοποιό και άνοιξε τον δρόμο για εξίσου εντυπωσιακές ερμηνείες στα «Αναζητώντας τον κύριο Γκούντμπαρ» (Looking for Mr. Goodbar), «Οι Κόκκινοι» (Reds), «Η μικρή τυμπανίστρια» (The Little Drummer Girl) και «Διάσταση» (Shoot the Moon).

«Νευρικός εραστής», η ταινία που καθόρισε την Κίτον

Η σπινθηροβόλα ερμηνεία της στον «Νευρικό εραστή» (Annie Hall) χάρισε στην Κίτον το πρώτο και μοναδικό Οσκαρ Α΄ γυναικείου ρόλου της καριέρας της. «Ταινίες όπως το Annie Hall και το Manhattan πιθανόν έκαναν το κοινό να νομίζει ότι με γνωρίζει προσωπικά, γιατί, παρόλο που υποδυόμουν συγκεκριμένους χαρακτήρες, υπέθεταν ότι ήμουν εγώ η ίδια. Ετσι δημιουργήθηκε ένα είδος ταύτισης, παρόλο που αυτές οι γυναίκες ήταν υπερβολικές εκδοχές της δικής μου προσωπικότητας», μου είπε η Κίτον στη συνέντευξη που της πήρα το 2010, με αφορμή την προώθηση της ταινίας «Πρωινό ξύπνημα» (Morning Glory).

«Πιστεύω επίσης ότι, επειδή σε πολλούς από τους ρόλους μου δεν ενσάρκωνα έναν “συμβατικό” τύπο γυναίκας και επειδή πολλοί με θεωρούσαν κάπως εκκεντρική, αυτή η ιδιαιτερότητα λειτούργησε υπέρ μου. Δεν ήμουν ένα άπιαστο, απρόσιτο είδωλο… Πιστεύω ότι πολλές γυναίκες μπόρεσαν να ταυτιστούν μαζί μου επειδή δεν ήμουν τέλεια και έδινα την εντύπωση ενός ανθρώπου γεμάτου άγχη και αντιφάσεις. Αγάπησα τον ρόλο. Μου ήταν εξαιρετικά εύκολο να καταλάβω την ηρωίδα και να την υποδυθώ, γι’ αυτό και ανυπομονούσα να ξεκινήσουν τα γυρίσματα. Για μένα έβγαινε σχεδόν αβίαστα, τόσο οικεία ένιωθα την ηρωίδα. Ο Γούντι, όμως, είχε μεγάλη ανησυχία για την ταινία, επειδή το ύφος του Annie Hall απείχε πολύ από οτιδήποτε είχε δείξει μέχρι τότε το Χόλιγουντ. Δεν ήταν σίγουρος για το αφηγηματικό ύφος που είχε επιλέξει για να διηγηθεί την ιστορία, ούτε για τη φύση του χιούμορ – αν, δηλαδή, το κοινό θα το καταλάβαινε. Εγώ, όμως, ήξερα ότι θα γνώριζε τεράστια επιτυχία… Εμπιστεύτηκα το ένστικτό μου και, φυσικά, η ταινία αυτή επέτρεψε τελικά και στους δυο μας να συνεχίσουμε και να έχουμε ενδιαφέρουσες καριέρες, παρόλο που ο Γούντι ήταν ήδη πολύ διάσημος. Το σημαντικό με αυτή την ταινία είναι ότι τον καθιέρωσε ως έναν από τους μεγάλους σκηνοθέτες του χώρου».

Η ταινία ήταν επίσης μια ημι-αυτοβιογραφική αποτύπωση της μακροχρόνιας σχέσης της Κίτον με τον Αλεν: «Με εξέπληξε το γεγονός ότι κατάφερα να παραμείνω φίλη του όλα αυτά τα χρόνια, γιατί είναι πολύ εσωστρεφής, πολύ ντροπαλός και δεν έχει πολλούς φίλους. Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που παρέμεινα στη ζωή του, γιατί πάντα τον έβρισκα εξαιρετικά ενδιαφέροντα…».

Οταν ο Αλεν μπήκε στο μοντάζ, συνειδητοποίησε ότι η ιστορία που είχε αρχικά γυρίσει δεν λειτουργούσε και αποφάσισε να αναδιαμορφώσει το υλικό, ώστε το επίκεντρο να είναι η εξελισσόμενη ερωτική σχέση ανάμεσα στην Ανι και στον Αλβι. «Εφόσον έχεις ένα κοινό που θέλει να δει τι θα συμβεί στη συνέχεια, που ανυπομονεί για την εξέλιξη της ιστορίας, η αρχική αφήγηση αποδείχθηκε υπερβολικά αφηρημένη. Το πιο ελκυστικό στοιχείο ήταν η ιστορία του Αλβι και της Ανι, που για την Κίτον ήταν ουσιαστικά ένα ταξίδι ενηλικίωσης», μου λέει ο Αλεν. «Ηταν και για μένα ένα σημείο μετάβασης ως σκηνοθέτη, αντί να κάνω μια ταινία βασισμένη σε διαδοχικά αστεία και σκετς, συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να ανταλλάξω τα γέλια με την εξέλιξη της ιστορίας και των χαρακτήρων… και αυτό λειτούργησε».

Ο Αλεν όχι μόνον αναγνώρισε ότι η Κίτον ήταν η πραγματική πρωταγωνίστρια της ταινίας, αλλά ο «Νευρικός εραστής» εξελίχθηκε σε μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της χρονιάς στο box office και αγαπήθηκε από τους κριτικούς, χαρίζοντας στον Αλεν τέσσερις υποψηφιότητες για Οσκαρ: Α΄ ανδρικού ρόλου, πρωτότυπου σεναρίου, σκηνοθεσίας και καλύτερης ταινίας. Κέρδισε σε όλες τις κατηγορίες, πλην του Α΄ ανδρικού ρόλου. Ηταν η πρώτη φορά, μετά τον Ορσον Γουέλς και τον «Πολίτη Κέιν» (Citizen Kane, 1941), που το ίδιο πρόσωπο ήταν υποψήφιο και για τις τέσσερις κύριες κατηγορίες. 

Οπως είναι γνωστό, ο Αλεν επέλεξε να μην παραστεί στην τελετή των βραβείων Οσκαρ του 1978 και, πιστός στη συνήθειά του, πέρασε το βράδυ παίζοντας κλαρινέτο στο αγαπημένο του στέκι, το Michael’s Pub, στη Νέα Υόρκη. Αντ’ αυτού, η Νταϊάν Κίτον τράβηξε τα φώτα της δημοσιότητας, παραλαμβάνοντας το Οσκαρ Α΄ γυναικείου ρόλου. Ωστόσο, σχεδόν σαράντα χρόνια αργότερα, ο Αλεν εμφανίστηκε ο ίδιος για να απονείμει στην Κίτον το βραβείο για τη συνολική προσφορά της, από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου (AFI) το 2017. Ο Αλεν δήλωσε από σκηνής για την Κίτον: «Από τη στιγμή που τη γνώρισα, υπήρξε τεράστια έμπνευση για μένα. Πολλά από όσα έχω καταφέρει στη ζωή μου τα οφείλω, χωρίς αμφιβολία, σε εκείνη. Είδα τον κόσμο μέσα από τα δικά της μάτια. Είναι πραγματικά απίστευτη. Μια γυναίκα εξαιρετική σε ό,τι κι αν κάνει».

Αστακοί, αγάπη που δεν διαρκεί και la-di-da

Πέρα από το χιούμορ, ο Aλεν κατόρθωσε να αξιοποιήσει τη φυσική νευρωτική ευαισθησία της Κίτον και να αποδώσει τη διάχυτη υπαρξιακή νωθρότητα στην οποία βυθίζεται ο χαρακτήρας της. Η χαρακτηριστική έκφραση της Aνι –la-di-da– λειτουργεί ως προσωπικό της μάντρα, σηματοδοτώντας εκείνες τις επαναλαμβανόμενες στιγμές χρόνιας σύγχυσης και παραίτησης μπροστά στο ακατανόητο της ζωής. Αν και πολλοί θεώρησαν αυτονόητο ότι αυτή η έκφραση ανήκε στην ίδια την Κίτον, στην πραγματικότητα δεν ίσχυε κάτι τέτοιο.«Δεν είχα πει ποτέ στη ζωή μου “la-di-da” μέχρι που το έγραψε εκείνος!» εξήγησε η Κίτον. «Αλλά ήμουν πράγματι ένας άνθρωπος που δεν μπορούσε ποτέ να ολοκληρώσει μια πρόταση – οπότε αυτό το πέτυχε». (γέλια)

Σαράντα χρόνια μετά τον «Νευρικό εραστή», το 2017, ο Αλεν είχε απονείμει στην Κίτον το βραβείο για τη συνολική προσφορά της. «Από τη στιγμή που τη γνώρισα, υπήρξε τεράστια έμπνευση για μένα. Πολλά από όσα έχω καταφέρει στη ζωή μου τα οφείλω σε εκείνη», είχε δηλώσει.

Ο Aλεν όχι μόνο ταύτισε την Νταϊάν με την Aνι, αλλά δανείστηκε και το πραγματικό της επώνυμο –το όνομά της ήταν Νταϊάν Χολ– τόσο για την ηρωίδα όσο και για τον τίτλο της ταινίας. [Αρχικά ο Aλεν είχε προτείνει τον τίτλο «Anhedonia» (Ανηδονία), έναν όρο που περιγράφει την αδυναμία να νιώσει κάποιος ευχαρίστηση, αλλά το στούντιο United Artists και, τελικά, ο ίδιος ο Aλεν κατέληξαν –ευτυχώς– στο Annie Hall.]

Μανχάταν, η ιστορία ενός καταδικασμένου έρωτα

Στην επόμενη κινηματογραφική συνεργασία τους, το Manhattan, η Κίτον και ο Αλεν κινούνται σε ένα πιο σκοτεινό, αν και εξίσου ακαταμάχητο, ρομαντικό έδαφος. Γυρισμένη σε ασπρόμαυρο, αυτή η τραγικωμική αστική σάτιρα ανοίγει με την εκστατική μελωδία της «Γαλάζιας ραψωδίας» του Τζορτζ Γκέρσουιν, η οποία θέτει τον τόνο για μια γλυκόπικρη εξερεύνηση των απρόβλεπτων διακυμάνσεων του έρωτα. Αυτή τη φορά, ο Αλεν υποδύεται τον Αϊζακ, έναν 42χρονο σεναριογράφο μιας δημοφιλούς τηλεοπτικής κωμωδίας, ο οποίος διατηρεί σχέση με την Τρέισι, μια 17χρονη μαθήτρια λυκείου, την οποία υποδύεται η Μάριελ Χέμινγουεϊ. Παρόλο που ανάμεσά τους υπάρχει φυσική χημεία και η Τρέισι είναι βαθιά ερωτευμένη μαζί του, ο Αϊζακ τής υπενθυμίζει διαρκώς ότι η διαφορά ηλικίας τους είναι πολύ μεγάλη και ότι, αργά ή γρήγορα, εκείνη θα θελήσει να αποκτήσει σχέσεις με άνδρες της ηλικίας της. 

το-απόλυτο-ζευγάρι-της-screwball-κωμωδίας-563875657

Αυτό μετατρέπεται σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία, όταν ο Αϊζακ έλκεται από τη δημοσιογράφο Μέρι (Νταϊάν Κίτον), μια έντονα νευρωτική, συναισθηματικά εξαρτημένη, διανοούμενη σνομπ, η οποία τυχαίνει να έχει σχέση με τον καλύτερό του φίλο, τον Γέιλ (Μάικλ Μέρφι). Η Κίτον μεταφέρει στη Μέρι τόσο το δικό της ιδιόρρυθμο χιούμορ και την ιδιαίτερη ευαισθησία της, όσο και μια επίμονη δυσπιστία απέναντι στον τρόπο με τον οποίο οι άνδρες μπορούν να καταπνίξουν την ανεξαρτησία μιας γυναίκας. Πρόκειται για ζητήματα με τα οποία και η ίδια η Κίτον πάλεψε σε όλη της τη ζωή.

«Ενιωσα μια συγγένεια με τον χαρακτήρα, γιατί ανέκαθεν με βασάνιζαν οι ανασφάλειές μου και η αμφιβολία για τη διατήρηση μιας σχέσης. Νομίζω πως στρίμωξα τον εαυτό μου σε μια γωνία, επειδή ήθελα να διαφυλάξω την ανεξαρτησία μου και φοβόμουν ότι το να είσαι με έναν άνδρα συνεπάγεται πάρα πολλούς συμβιβασμούς», παρατήρησε η Κίτον. «Υπήρχε επίσης ένα κομμάτι μέσα μου που δεν άντεχε το γεγονός ότι συνήθως οι άνδρες είναι εκείνοι που σε ζητούν σε γάμο – κι εμένα δεν μου το ζήτησε ποτέ κανείς. Ταυτόχρονα, όμως, ποτέ δεν ένιωσα άνετα με την ιδέα να νοικοκυρευτώ και να δεσμευθώ μακροπρόθεσμα με έναν άνδρα, παρόλο που αυτό θεωρείται το ιδανικό ρομαντικό σενάριο… Και ύστερα, συνήθισα την ιδέα του να είμαι ανύπαντρη και να μη χρειάζεται να ανησυχώ για όλες τις δυσκολίες που συνοδεύουν το να μοιράζεσαι τη ζωή σου με κάποιον. Κατάλαβα ότι ήμουν ευτυχισμένη μόνη μου».

Κατασκευή ιστοσελίδων Πύργος