Το νομικό παράδοξο που σώζει υπουργούς από τη Δικαιοσύνη – Ο ρόλος του άρθρου 86 σε ΟΠΕΚΕΠΕ, Τέμπη και η Ευρωπαία Εισαγγελέας

Ημερομηνία: 02-10-2025


Η παραδοχή της Ευρωπαίας Εισαγγελέως, Λάουρα Κοβέσι, ότι σε δύο περιπτώσεις –στα Τέμπη και στον ΟΠΕΚΕΠΕ– το άρθρο 86  εμπόδισε την έρευνα, επαναφέρει στο προσκήνιο τη συγκεκριμένη νομική παραδοξότητα και αναζωπυρώνει τη συζήτηση για την τυχόν χειραγώγηση της κυβερνητικής πλειοψηφίας στις διαδικασίες διερεύνησης των ποινικών ευθυνών υπουργών.

Ως προς τις υποθέσεις της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, το πρόβλημα είναι οξύτερο, διότι, σύμφωνα με έγκριτους νομικούς, η χώρα έχει υποχρέωση από το ευρωπαϊκό δίκαιο καλόπιστης συνεργασίας. Όταν λοιπόν η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία διαβιβάζει στοιχεία στη Βουλή, δίχως εκείνα να αξιοποιηθούν με προκαταρκτική διερεύνηση, τίθεται το ερώτημα της συμμόρφωσης με το ευρωπαϊκό δίκαιο.

Με απλά λόγια, το αν μια έρευνα που αφορά υπουργό θα προχωρήσει ποινικά, όπως συνέβη με την τραγωδία στα Τέμπη και τον ΟΠΕΚΕΠΕ, το αποφασίζει η Βουλή. Η απόφαση εναπόκειται στην εκάστοτε κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η οποία καθορίζει αν θα ασκηθεί δίωξη ή όχι. 

ΟΠΕΚΕΠΕ: η πλειοψηφία αποφάσισε να μην ξεκινήσει καν η διαδικασία της προανακριτικής 

Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι χειρισμοί της κυβερνητικής πλειοψηφίας στο θέμα των προανακριτικών για τα Τέμπη, όπου επιλέχθηκε να παρακαμφθεί η προβλεπόμενη διαδικασία για τους υπουργούς (Τριαντόπουλο, Καραμανλή). Χωρίς δηλαδή να γίνει κανονική προανακριτική επιτροπή. 

Μάλιστα, στην περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ, η πλειοψηφία αποφάσισε να μην ξεκινήσει καν η διαδικασία της προκαταρκτικής διερεύνησης. Και να εξελιχθεί σε μια εξεταστική επιτροπή όπου η λίστα των  μαρτύρων θα αποφασίζεται  επίσης από την πλειοψηφία. 

Εξάγεται λοιπόν το συμπέρασμα ότι η βασική διαφορά στις υποθέσεις των Τεμπών και του ΟΠΕΚΕΠΕ είναι η εξής: στη μία περίπτωση ασκήθηκε δίωξη χωρίς προκαταρκτική διερεύνηση – δηλαδή τα τυφλά, ενώ στη δεύτερη δεν ασκήθηκε δίωξη καθόλου. Άρα, ο πρώην υπουργός κ. Βορίδης -και άλλοι -δεν θα ερευνηθούν καθόλου.

Αν κάποια πρόταση απορριφθεί από τη Βουλή δεν μπορεί να επανέλθει 

Ένα χαρακτηριστικό δείγμα της στρέβλωσης αποτελεί η πρόσφατη εικόνα στη Βουλή, όταν   γίναμε μάρτυρες του εξής: μπορεί η πρόταση για προκαταρκτική διερεύνηση να απορριφθεί ακόμη και διά της αποχής, αρκεί 75 βουλευτές να ψηφίσουν όχι.

Ο νόμος, μεταξύ άλλων, ορίζει, για παράδειγμα, ότι οι δικαστικές αρχές που ασχολούνται με σχετικές ποινικές υποθέσεις, δεν μπορούν καν να αξιολογήσουν τυχόν στοιχεία στα οποία «σκοντάφτουν». Αν κάποια πρόταση απορριφθεί από τη Βουλή δεν μπορεί να επανέλθει για τα ίδια πραγματικά περιστατικά. 

Άρθρο 86 και πλειοψηφία: Προανακριτικές κατά το δοκούν   

Το άρθρο 86  αφήνει παράθυρο να μην προχωρήσει η προκαταρκτική διερεύνηση ευθύνης υπουργών. Η κυβέρνηση, έχοντας την πλειοψηφία, αποφασίζει, για παράδειγμα,  αν ένας υπουργός της θα παραπεμφθεί στη Δικαιοσύνη, αν θα προηγηθεί Προανακριτική ή αν η υπόθεση δεν θα εξεταστεί καθόλου με Προανακριτική ( πχ ΟΠΕΚΕΠΕ).Είναι εύλογο το συμπέρασμα ότι οι αναφορές στα εμπόδια στη διερεύνηση και αξιολόγηση των υποθέσεων, όπου έχουν εμπλακεί  μέλη της κυβέρνησης, φωτογραφίζονται από την Ευρωπαία εισαγγελέα μέσω της αναφοράς της για το άρθρο 86. 

Κρίνεται λοιπόν αναγκαία η τροποποίηση του άρθρου 86, ώστε να αποτρέπει την εκάστοτε πολιτική ηγεσία και την  κυβέρνηση να το χρησιμοποιεί κατά το δοκούν- για τη σύσταση ή μη των Προανακριτικών Επιτροπών 

Γίνεται εμμέσως πλην σαφώς κατανοητό πως η ελληνική κυβέρνηση πάτησε πάνω στο ισχύον πλαίσιο προκειμένου, όπως φαίνεται εκ του αποτελέσματος, να αποφύγει τις προανακριτικές για υπουργούς στη διεύρυνση της σιδηροδρομικής τραγωδίας (κ.κ. Καραμανλή, Τριαντόπουλο). 

Παρομοίως, στο σκάνδαλο με τις αγροτικές επιδοτήσεις και τους υπουργούς κλπ που εμπλέκονται στις δικογραφίες ( κ.κ. Αυγενάκη, Βορίδη). 

Το νομικό αυτό παράδοξο, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση διαχειρίστηκε τη διερεύνηση για τα Τέμπη εφαρμόζοντας το «μοντέλο Τριαντόπουλου» (δηλαδή χωρίς προανακριτική και χωρίς μάρτυρες να καταθέσουν ενώπιον του φυσικού δικαστή), αναδεικνύουν την έλλειψη αμεροληψίας απέναντι στις ευθύνες υπουργών και την πολιτική εργαλειοποίηση του θεσμικού πλαισίου.

Το παζάρι της κυβέρνησης Μητσοτάκη  με το άρθρο 86 και τα πυρά ΠΑΣΟΚ  

Σύμφωνα με τη Λάουρα Κοβέσι σε ερώτηση, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τύπου, σημείωσε το εξής: από τη συνάντηση που είχε η ίδια με τον υπουργό Δικαιοσύνης κατάλαβε ότι υπάρχει η πρόθεση να αλλάξει το άρθρο περί ευθύνης υπουργών, αλλά υπάρχει μία συγκεκριμένη συνταγματική διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί. 

Αν κάνουμε όμως και μία αναδρομή στο σύντομο παρελθόν, δηλαδή το καλοκαίρι, θα θυμηθούμε την επιχείρηση πόλωσης και παζαριού από πλευράς του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη που αφορούσε ακριβώς το άρθρο 86. 

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, από το βήμα της Βουλής, είχε μιλήσει για τροποποίηση του άρθρου.  Είχε  απευθυνθεί  στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ λέγοντας πως η Νέα Δημοκρατία θα αποδεχθεί την αλλαγή του άρθρου 86, του λεγόμενου νόμου περί ευθύνης υπουργών, και τις αλλαγές στον τρόπο ηγεσίας της Δικαιοσύνης που έχει ζητήσει η αξιωματική αντιπολίτευση. Όμως, το ΠΑΣΟΚ να συμφωνήσει με τη σειρά του σε αναθεώρηση του άρθρου 16 για να επιτραπεί η ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ.

Από το ΠΑΣΟΚ μιλούν για την τροποποίηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών «για να τελειώσει το καθεστώς ασυλίας και της ατιμωρησίας», όπως χαρακτηριστικά τονίζουν. Από την αξιωματική αντιπολίτευση σχολιάζουν οτι το περιβόητο άρθρο 86  από τη μία η κυβέρνηση λέει ότι συμφωνεί να τροποποιηθεί αλλά, από την άλλη, και όποτε της δόθηκε η δυνατότητα το χρησιμοποίησε για να εμποδίσει τη δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της, όπως στα Τέμπη, στην τραγωδία των Τεμπών και στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Καμία δυνατότητα διερεύνησης για τον κ.Καραμανλή, τις ευθύνες Βορίδη και τις ευθύνες Αυγενάκη. 

Καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Σπύρος Βλαχόπουλος.

Σπύρος Βλαχόπουλος, Καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ.   

Το άρθρο 86 του Συντάγματος προβλέπει ότι η ποινική δίωξη των υπουργών ασκείται μέσω της Βουλής. Πρόκειται για κατάλοιπο από παλαιότερες εποχές, όταν δεν υπήρχε η πολιτική – κοινοβουλευτική ευθύνη των υπουργών. Η εμπλοκή της Βουλής σε νομικά ζητήματα, όπως είναι η ποινική ευθύνη των υπουργών, είναι προβληματική. Διότι η Βουλή σκέφτεται πολιτικά, ενώ αν ένας υπουργός έχει διαπράξει ποινικό αδίκημα, αυτό αποτελεί ζήτημα των δικαστών.

Η εμπλοκή της Βουλής έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνεται η δυσπιστία των πολιτών απέναντι στους πολιτικούς και στους Θεσμούς, καθώς δημιουργείται η αίσθηση ότι παραβιάζεται η αρχή της ισότητας. Διότι, ενώ για τους πολίτες αποφασίζουν τα δικαστικά όργανα, για τους υπουργούς αποφασίζει η Βουλή.  

Η τάση πλέον στην Ευρώπη είναι οι ποινικές ευθύνες — δηλαδή η άσκηση της ποινικής δίωξης και η αναζήτηση των ποινικών ευθυνών — να ανατίθενται στα δικαστικά όργανα. Αυτό, νομίζω, πρέπει να γίνει και στη χώρα μας: να αποφασίζει η Δικαιοσύνη, δηλαδή έμπειροι δικαστές, και όχι η Βουλή. Αυτό προϋποθέτει την αναθεώρηση του Συντάγματος ως προς το άρθρο 86.

Νίκος Παπασπύρου, αναπλ. Καθηγητής του συνταγματικού δικαίου στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ και διευθυντής του Εργαστηρίου συνταγματικών ερευνών

Νίκος Παπασπύρου, αναπλ. καθηγητής του συνταγματικού δικαίου στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ και διευθυντής του Εργαστηρίου συνταγματικών ερευνών.

Ποιο είναι το πρόβλημα με το άρθρο 86 και το νόμο περί ευθύνης υπουργών;

Το άρθρο 86 του Συντάγματος δεν λέει απλά ότι μόνο η Βουλή διώκει υπουργούς. Λέει ότι ούτε απλή προκαταρκτική διερεύνηση δεν μπορεί να γίνει δίχως την ψήφο 151 βουλευτών. Και όπως είδαμε πρόσφατα, μπορεί πρόταση για προκαταρκτική διερεύνηση να απορριφθεί ακόμη και διά της αποχής, αρκεί 75 βουλευτές να ψηφίσουν όχι.

Ο νόμος περί ευθύνης υπουργών επιδεινώνει αυτή την κατάσταση, ορίζοντας π.χ. ότι οι δικαστικές αρχές που ασχολούνται με σχετικές ποινικές υποθέσεις, δεν μπορούν καν να αξιολογήσουν τυχόν στοιχεία στα οποία «σκοντάφτουν». Και συμπληρώνει ότι αν κάποια πρόταση απορριφθεί από τη Βουλή (ακόμη, όπως αναφέραμε, και διά της αποχής), δεν μπορεί να επανέλθει για τα ίδια πραγματικά περιστατικά. Και οι δύο ρυθμίσεις είναι αμφίβολης συνταγματικότητας. Και οδηγούν σε παραλογισμούς, καθώς η Δικαιοσύνη είναι αρμόδια για τους συμμετόχους των υπουργών.

Ειδικά ως προς υποθέσεις της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, το πρόβλημα είναι οξύτερο, διότι η χώρα έχει υποχρέωση από το ευρωπαϊκό δίκαιο καλόπιστης συνεργασίας. Όταν λοιπόν η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία διαβιβάζει στοιχεία στη Βουλή, δίχως εκείνα να αξιοποιηθούν με προκαταρκτική διερεύνηση, τίθεται το ερώτημα της συμμόρφωσης με το ευρωπαϊκό δίκαιο.

Τί μπορεί να γίνει στο μεταξύ;

Προφανώς πρέπει να τροποποιηθεί ο νόμος περί ευθύνης υπουργών. Να καταργηθούν οι παραπάνω διατάξεις και να οριστεί ότι με πρόταση της αντιπολίτευσης μπορεί να ζητείται γνωμοδότηση από δικαστικούς λειτουργούς. Στο μεταξύ, η Δικαιοσύνη μπορεί να ερμηνεύσει τις διατάξεις του νόμου υπό το φως του κράτους δικαίου, ως συνταγματικής αρχής, και να προχωρήσει. Να θεωρήσει ότι το άρθρο 86 δεν παρέχει ασυλία στους υπουργούς, απλώς κατανέμει αρμοδιότητες, που απαιτούν συνεργασία Βουλής και Δικαιοσύνης. Έτσι, η γνώμη μου είναι ότι θα μπορούσε η Δικαιοσύνη να διενεργεί αναγκαίες πράξεις για να μην χαθούν αποδεικτικά στοιχεία κατά υπουργών, και να προβαίνει στην αναγκαία αξιολόγηση για να μπορεί η Βουλή να ασκεί τα καθήκοντά της. Αλλά η εμπειρία δεν επιβεβαιώνει κάτι τέτοιο.

Κατασκευή ιστοσελίδων Πύργος